του Κωνσταντίνου Δέδε*
Μετά την άκαρπη μαραθώνια συνεδρίαση του Eurogroup των προηγούμενων ημερών, οι προσδοκίες για τα αποτελέσματα της χθεσινοβραδινής συνεδρίασης των Υπουργών Οικονομικών δεν ήταν ακριβώς υψηλές. Δεδομένης της σκληρής στάσης χωρών του Βορρά και κυρίως της Γερμανίας και της Ολλανδίας απέναντι στο σφοδρά πληττόμενο από τον ιό Ευρωπαϊκό Νότο, δεν ήταν λίγοι αυτοί που έκαναν λόγο για πιθανή ανατροπή της τωρινής μορφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ειδικότερα, αν οι χώρες του βορείου τμήματος της Ευρώπης αποφάσιζαν την μη οικονομική ενίσχυση των χωρών που την χρειάζονται περισσότερο, η Ευρώπη, κυρίως η Νότια, θα μπορούσε να βυθιστεί στην ύφεση και οι δοκιμαζόμενες οικονομίες να καταρρεύσουν, συμπαρασύροντας η μία την άλλη, ελλείψει της αναγκαίας χρηματοπιστωτικής στήριξης. Στην περίπτωση που Βόρειοι εταίροι, λειτουργώντας με γνώμονα μόνο το κέρδος, αποφάσιζαν ότι η κάθε χώρα καλείται μόνη της να σηκώσει το φορτίο των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών του ιού, μπορούμε να φανταστούμε τις αντιδράσεις που θα δημιουργούνταν, τους τριγμούς στα θεμέλια της ΕΕ και σίγουρα θα μιλούσαμε για μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
Και ακριβώς επειδή η απροθυμία της Βόρειας Ευρώπης να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να στηρίξει έμπρακτα τις σκληρά δοκιμαζόμενες χώρες από τον κορωνοϊό και τις οικονομικές επιπτώσεις του lockdown, είχε γίνει σαφής από την αρχή, κανείς δεν ήξερε τι να περιμένει από το χθεσινό Eurogroup.
Μάλιστα, αν αναλογιστούμε ότι Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
εκτιμούσε ότι το ποσό που απαιτείται ως οικονομική ενίσχυση ανέρχεται στο ενάμισι τρις., ενώ οι Βορειοευρωπαίοι ήταν διατεθειμένοι να μοιράσουν μέχρι 500 δισ. στις χώρες της Ευρωζώνης, καταλαβαίνουμε γιατί η χθεσινή συνεδρίαση αναμενόταν με σκεπτικισμό και σχετική απαισιοδοξία.
εκτιμούσε ότι το ποσό που απαιτείται ως οικονομική ενίσχυση ανέρχεται στο ενάμισι τρις., ενώ οι Βορειοευρωπαίοι ήταν διατεθειμένοι να μοιράσουν μέχρι 500 δισ. στις χώρες της Ευρωζώνης, καταλαβαίνουμε γιατί η χθεσινή συνεδρίαση αναμενόταν με σκεπτικισμό και σχετική απαισιοδοξία.
Ωστόσο, ευτυχώς, οι προβλέψεις διαψεύστηκαν και οι εταίροι, στεκόμενοι στο ύψος των πρωτόγνωρων αυτών περιστάσεων, προέβησαν στη λήψη μέτρων ικανών να ανακουφίσουν έστω προσωρινά τις πληττόμενες οικονομίες.
Συγκεκριμένα, τα τρία βασικά εργαλεία στήριξης συνολικής αξίας 540 δισ. ευρώ είναι τα εξής:
1. Η πρόταση χρήσης μέρους των διαθέσιμων κονδυλίων του ESM (240 δισ. ευρώ επί συνόλου 410 δισ. ευρώ), ήτοι ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο 2% του ΑΕΠ κάθε κράτους μέλος (δηλαδή περίπου 4 δισ. ευρώ για την Ελλάδα).
2. Οι εγγυήσεις που θα λάβει από τα κράτη-μέλη η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (25 δισ. Ευρώ) για παροχή δανείων έως 200 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιχειρήσεις.
3. Ο δανεισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με 100 δισεκατομμύρια ευρώ από την αγορά, ούτως ώστε να στηρίξει το μισθολογικό κόστος εταιρειών με αντάλλαγμα τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας.
Τέλος, το Eurogroup συμφώνησε να συσταθεί ένα ταμείο ανάκαμψης (recovery fund) γιαχρηματοδοτική στήριξη στην ευρωζώνη, ενώ ως προς το ευρωομόλογο δεν υπήρξε συμφωνία.
Στόχος αυτού του πακέτου μέτρων, συνολικού ύψους άνω των 500 δισ. ευρώ, είναι η ενίσχυση των υγειονομικών συστημάτων, η τόνωση της ρευστότητας, ο περιορισμός της διόγκωσης της ανεργίας και η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Μένει να δούμε μετά την Σύνοδο Κορυφής, τον τρόπο εφαρμογής του ως άνω πακέτου μέτρων και κατ’επέκταση τα αποτελέσματα αυτού.
Είναι εμφανές ότι η κοινωνία και η οικονομία μετά το τέλος της πανδημίας θα είναι διαφορετικές. Η επιστροφή στην κανονικότητα, μόλις όλα αυτά τελειώσουν, απαιτεί συντονισμένη και λελογισμένη προσπάθεια. Θα πρέπει οι οικονομίες να θωρακιστούν, οι θέσεις εργασίας να διατηρηθούν και σε κάθε περίπτωση να αποφευχθούν πακέτα στήριξης με μνημονιακούς όρους και δεσμεύσεις. Δεν υπάρχει περιθώριο αυτή τη στιγμή η οικονομία μας να ξαναβυθιστεί στην ύφεση.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Δέδες είναι δικηγόρος και Πολιτευτής Ανατ. Αττικής με τη Νέα Δημοκρατία